Το µοντέλο...
... του Ουισκόνσιν. Κάπως έτσι θα καταγραφεί στην οικονοµική ιστορία. Και κάπως έτσι, αν τελικά επιβληθεί παρά τις ζωηρές λαϊκές αντιδράσεις, θα µετατρέψει την οικονοµία αυτής της αµερικανικής πολιτείας σε µια «οικονοµία διοδίων».
Με πρόσχηµα...
... τα χρέη της πολιτείας του, ο κυβερνήτης Γουόκερ επιχειρεί ένα πείραµα που σίγουρα παρακολουθείται στενά και από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ενας ολόκληρος συρφετός από ιδιώτες που προσδοκούν γρήγορα κέρδη από την ιδιωτικοποίηση του δηµόσιου τοµέα, είναι έτοιµοι να στήσουν διόδια και ταµεία σε κάθε δηµόσιο δρόµο, σε κάθε εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και σε κάθε υπηρεσία κοινής ωφέλειας στην πολιτεία. Στα οικονοµικά εγχειρίδια διαβάζουµε πώς πλουτίζουν οι άνθρωποι επενδύοντας κεφάλαια και απασχολώντας εργαζοµένους στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών που χρειάζεται η κοινωνία. ∆εν γράφουν όµως τίποτα για το πώς µαζεύονται στα γρήγορα τεράστιες περιουσίες. Για να το βρούµε, θα πρέπει ίσως να ανατρέξουµε σε λόγια ξεχασµένα µεγάλων συγγραφέων από περασµένες εποχές, όπως του Μπαλζάκ, που πίσω από κάθε µεγάλη περιουσία έβλεπε να κρύβεται ένα έγκληµα. Οµως ποιος κλέβει ποιον; «Οι µεγαλύτερες αµερικανικές περιουσίες δηµιουργήθηκαν µε την αρπαγή γαιών, δηµόσιων επιχειρήσεων και µονοπωλιακών δικαιωµάτων που ανήκαν στο κράτος», εξηγεί ο οικονοµολόγος Μάικλ Χάντσον. «Σήµερα, ολόκληρο το αµερικανικό κράτος και οι υπηρεσίες του παραδίδονται στους Ο κυβερνήτης...
ιδιώτες, σε αυτό το τελικό στάδιο της εφαρµογής του νεοφιλελεύθερου οικονοµικού δόγµατος». Ο κυβερνήτης...
... Γουόκερ έχει βάλει στον προϋπολογισµό του το ξεπούληµα εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (που, µεταξύ άλλων, παρέχουν φθηνή θέρµανση και ψύξη στα κρατικά πανεπιστήµια και τις φυλακές), το δηµόσιο συνταξιοδοτικό σύστηµα (που θα παραδώσει αποθεµατικά 75 δισ. δολαρίων στους ιδιώτες), δύο παραρτήµατα του Πανεπιστηµίου του Ουισκόνσιν και µεγάλες δασικές εκτάσεις µε άφθονο ορυκτό πλούτο και ξυλεία. Ολα αυτά στο πλαίσιο ενός «προγράµµατος σταθεροποίησης» των οικονοµικών της πολιτείας, που, όπως λέει ο Μάικλ Χάντσον, στην πραγµατικότητα δεν είναι παρά ένας τεχνικός όρος για τις απάνθρωπες περικοπές των εισοδηµάτων, των κοινωνικών υπηρεσιών και το ξεπούληµα των δηµόσιων υποδοµών σε αγοραστές που θα µετατρέψουν την τοπική οικονοµία σε «οικονοµία διοδίων», όπου οι πολίτες θα είναι υποχρεωµένοι να πληρώνουν διαρκώς για να έχουν πρόσβαση σε δρόµους, σε σχολεία, σε περίθαλψη και σε πολλές άλλες υπηρεσίες που εδώ και πολλά χρόνια επιδοτούνταν από την προοδευτική φορολογία.
Το πείραµα...
... του Ουισκόνσιν δεν θα πρέπει να µας φαίνεται πολύ µακρινό. Επειδή στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη. Πρώτα ακριβαίνουν τις δηµόσιες υπηρεσίες που ήταν κάποτε φθηνές, για να τις κάνουν ελκυστικές στους αγοραστές. Και αφού πια υποκύψουµε στην ιδέα πως η ποσότητα και η ποιότητα των δηµόσιων υπηρεσιών πρέπει να καθορίζονται από το πορτοφόλι εκείνου που αντέχει να τις πληρώσει, τις παραδίδουν στους ιδιώτες. Σε αυτήν την «οικονοµία διοδίων», µονάχα όσοι θα µπορούν να πληρώνουν ακριβά, θα αγοράζουν τις υπηρεσίες που άλλοτε το κράτος παρείχε φθηνά σε όλους.