Του Ευάγγελου Αυδίκου*
Τα ανέκδοτα είναι ένα πικρό, συχνά σαρκαστικό σχόλιο, σ’ αυτό που συμβαίνει. Είναι ίσως ένας αποτελεσματικός τρόπος να αναμετρηθεί κάποιος με τη ζοφερή πραγματικότητα, που μπορεί να τον εξοντώσει ψυχολογικά και να θρυμματίσει την ψυχική του ισορροπία. Στην περίοδο της κρίσης έχουν κυκλοφορήσει πολλά ανεκδοτολογικά σχόλια. Η συγκέντρωσή τους θα φώτιζε τον τρόπο που οι άνθρωποι διαχειρίζονται τη σχέση τους με την εξουσία και το δυσμενές οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον.
Εναν τέτοιο ανεκδοτολογικό λόγο, που αποκαλύπτει τους μηχανισμούς αντίδρασης σε οχληρές καταστάσεις, διάβασα στο τουίτερ, έναν μηχανισμό κοινωνικής δικτύωσης που ευνοεί τη διατύπωση απόψεων με τέτοιες εκφραστικές μορφές.
Στη διευκρινιστική ερώτηση που έκανε ο τραπεζικός υπάλληλος στον πελάτη για το είδος του δανείου που ζητούσε (καταναλωτικό, επενδυτικό, στεγαστικό), «θέλω το δάνειο για να πάω να δω την αδελφή μου στην Αθήνα, δεν ξέρω πώς το λέτε», απάντησε αυτός. Η απάντηση του πελάτη είναι αφοπλιστική. Χαλί για το ανέκδοτο είναι η πολιτική και οικονομική παραδοξολογία που οδηγεί σε κοινωνικές τερατογενέσεις. Οι κυβερνητικοί άρχοντες του τόπου, μοιραίοι και άβουλοι, έχουν παραδώσει τη χώρα και τους πολίτες της στην αδηφάγο διάθεση των κατασκευαστικών εταιρειών. Στο όνομα κάποιας συμφωνίας συμπεριφέρονται ως αιμοδιψείς «κακοποιοί», που ηδονίζονται από τον πόνο που προκαλούν σε ανυπεράσπιστους πολίτες.
Η υπογεγραμμένη «συμφωνία» γίνεται η παντιέρα της κοινωνικής αναλγησίας. Το φλάμπουρο της βίας που ασκείται στις ζωές των πολιτών. Οι κατασκευαστικές εταιρείες, έτσι, εμφανίζονται ως επίγονοι των τριών διάσημων ληστών της αρχαιότητας που τρομοκρατούσαν όσους κυκλοφορούσαν στον παράλιο δρόμο από τον Ισθμό (Σίνης ο Πιτυοκάμπτης), στην Κακιά Σκάλα (Σκίρων) και τα Μέγαρα (Προκρούστης).
Τα διόδια τα τελευταία χρόνια μοιάζουν, ολοένα και περισσότερο, με τους μυθικούς ληστές. Εχουν εξελιχθεί σε δυνάστες των Ελλήνων πολιτών, που νιώθουν να εγκλωβίζεται η ζωή τους ανάμεσα σε συνεχόμενες μπάρες. Οι τρεις ληστές της αρχαιότητας ασκούσαν έλεγχο στον δρόμο επικοινωνίας με την Αθήνα. Το ίδιο επαναλήφθηκε και μεταγενέστερα, σ’ όλες τις εποχές. Οι ληστές ελέγχοντας τα περάσματα και τους δρόμους τρομοκρατούσαν τους περαστικούς, επέβαλλαν τον δικό τους νόμο στην οργάνωση του χώρου και ανάγκαζαν τους κατοίκους της πόλης και της υπαίθρου να ζουν σε μη ασφαλείς συνθήκες. Η ληστεία της Πέτρας στην Πρέβεζα που έκαναν στον Μεσοπόλεμο οι Ρεντζαίοι είναι η νεότερη εκδοχή του πώς η ληστρική ασυδοσία μπορεί να αλλάξει τη ζωή των ανθρώπων.
Δεν γνωρίζω αν η κυβέρνηση και οι κατασκευαστικές εταιρείες έχουν εγκύψει στη δράση των τριών μυθικών ληστών αλλά και των Ρεντζαίων. Ενδεχομένως η αίσθηση της δύναμης που προσφέρει η σωματική ρώμη και η γεωγραφική θέση του ληστρικού τους πόστου (για τους μυθικούς ληστές) αλλά και η ισχύς της υπογραφής στο παραχωρητήριο εκμετάλλευσης των δρόμων (για τις κατασκευαστικές εταιρείες) αμβλύνουν την ευαισθησία στον ανθρώπινο πόνο και τη φτώχεια.
Χιλιάδες χρόνια, λοιπόν, μετά τον Ισθμό, την Κακιά Σκάλα και τα Μέγαρα εμφανίζονται οι σύγχρονοι απεχθείς ληστές των δρόμων που αυθαιρετούν. Η διαφορά τους είναι ότι οχυρώνονται πίσω από υπογραφείσες συμφωνίες. Ομως, αυτό δεν αλλάζει την αναλγησία. Οι σύγχρονοι «ληστές» των δρόμων ασκούν την ίδια βία στις ζωές των πολιτών. Εχουν τη δύναμη να βάζουν το χέρι, με την ανοχή της κυβέρνησης, στην τσέπη των πολιτών αφαιρώντας το ποσό που οι ίδιοι έχουν αποφασίσει.
Οι σύγχρονες «Κακιές Σκάλες» έχουν εξαπλωθεί σ’ όλους τους μεγάλους δρόμους. Οπως τότε, έτσι και τώρα τρομοκρατούν τους πολίτες και αλλάζουν τη ζωή τους. Δημιουργούν απαγορευμένες ζώνες και αποκλείουν την πρόσβαση όλων των πολιτών σε όλους τους χώρους. Με άλλα λόγια, οι υπερβολικές τιμές στα διόδια μπορεί να οδηγήσουν σε διχοτόμηση του χώρου. Η μετάβαση από τη μια περιοχή σε μια άλλη γίνεται προνόμιο των λίγων, ενώ οι περισσότεροι θα νιώθουν εγκλωβισμένοι. Μόλο που ο δρόμος χρησιμοποιήθηκε με υπερβολικό τρόπο τα τελευταία χρόνια, έδωσε πνοή στην περιφέρεια με τις εξόδους των τριήμερων και των αργιών.
Ισως οι κατασκευαστικές εταιρείες αλλά και η κυβέρνηση πρέπει να διαβάσουν την ιστορία των τριών μυθικών ληστών αλλά και των Ρεντζαίων. Ολες οι μεγάλες ληστείες (Ρεντζαίοι) πέτυχαν γιατί οι ληστές είχαν πρόσβαση στην κρατική μηχανή. Ωστόσο, όλοι οι πρωταγωνιστές είχαν άδοξο τέλος. Αυτοεγκλωβίζονται στη ληστρική τους δράση.
………………………………………………………………………..
* Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Πηγή: