Το χάος που επικρατεί στην προστασία των δασικών εκτάσεων αναδεικνύουν οι δασικοί χάρτες που έχουν ήδη αναρτηθεί από τις αρχές του χρόνου με ευθύνη του υπουργείου Περιβάλλοντος και καλύπτουν τον Βαρνάβα, το Γραμματικό και το Καπανδρίτι, τρεις από τις περιοχές που δοκιμάστηκαν από τις πρόσφατες πυρκαγιές στη Βορειοανατολική Αττική.
Οι χάρτες αποτυπώνουν συνολικά 132.453 στρέμματα και η ανάρτησή τους συνοδεύτηκε από την υποβολή περίπου 1.800 ενστάσεων, σύμφωνα με πληροφορίες που έδωσαν στην «Εφ.Συν.» οι υπηρεσίες της Διεύθυνσης Δασών Ανατολικής Αττικής.
Η προθεσμία έχει παραταθεί ώς τις 7 Σεπτεμβρίου και η εικόνα μπορεί να αλλάξει ώς τότε, αλλά τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι είναι ελάχιστες οι αντιρρήσεις που αναφέρονται σε κτίσματα τα οποία έχουν κατασκευαστεί σε δασικές ζώνες χωρίς οικοδομική άδεια. Οι περισσότερες ενστάσεις αφορούν διόρθωση λαθών που εμφανίζουν ως δασικές κάποιες καλλιεργούμενες ή χορτολιβαδικές εκτάσεις, καθώς και παλαιότερα προγράμματα αποκατάστασης που δεν έχουν ενταχθεί στους χάρτες.
Από στοιχεία που έδωσε στην εφημερίδα μας το Δασαρχείο Καπανδριτίου προκύπτει επίσης ότι στις καμένες περιοχές δεν υπάρχουν σοβαρές διεκδικήσεις από ιδιώτες και οικοδομικούς συνεταιρισμούς. Εντοπίζονται μόνο δύο περιπτώσεις στην ευρύτερη περιοχή του Καλάμου, από τις οποίες η μία αφορά δημοτική ιδιοκτησία, ενώ η άλλη είχε παραχωρηθεί –από δεκαετίες και μόνο για χρήση– από το Δημόσιο σε ιδιώτες, οι οποίοι όμως διεκδικούν και την πλήρη κυριότητα. Από την ίδια πηγή προκύπτει ότι στο σύνολο της έκτασης που καλύπτουν οι δασικοί χάρτες στις τρεις περιοχές υπάρχουν περίπου 300 αυθαίρετα, που εντοπίζονται κυρίως στον Κάλαμο.
«Οικιστικές πυκνώσεις»
Η ίδια εικόνα προκύπτει και από τα στοιχεία τα οποία έχει συγκεντρώσει το Κτηματολόγιο από όλους τους δασικούς χάρτες που έχουν ήδη αναρτηθεί στην Περιφέρεια Αττικής:
♦ Στην Ανατολική Αττική οι περίφημες «οικιστικές πυκνώσεις», όρος που θεσπίστηκε με τον νόμο 4389 του 2016 και χαρακτηρίζει διαμορφωμένους οικισμούς αυθαιρέτων μέσα σε περιοχές που εμφανίζονται ως δασικές στις αεροφωτογραφίες του 1945 και γι’ αυτό δεν μπορούν να ενταχθούν στο σχέδιο.
Οι περιπτώσεις αυτές αντιπροσωπεύουν περίπου 8.327 στρέμματα, το 6,4% της συνολικής επιφάνειας των περιοχών που καλύπτονται από δασικούς χάρτες. Οι υπόλοιπες δασικές εκτάσεις που έχουν αλλάξει χρήση περιορίζονται στο 2,12%, φτάνοντας τα 2.762 στρέμματα. Το μεγάλο «αγκάθι» στην Ανατολική Αττική είναι οι δασικές εκτάσεις που είχαν καεί στο παρελθόν και έχουν κηρυχθεί αναδασωτέες. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται 67.759 στρέμματα, ποσοστό που αγγίζει το 52%, πάνω από το μισό της επιφάνειας που καλύπτουν οι δασικοί χάρτες!
Η Ολομέλεια του ΣτΕ
♦ Οι οικιστικές πιέσεις που δέχεται η Ανατολική Αττική και οι διαχρονικές καταστροφές των δασών της από πυρκαγιές αναδεικνύονται και από τα στοιχεία των δασικών χαρτών για τη Δυτική Αττική. Στην τελευταία περίπτωση οι χάρτες καλύπτουν 307 χιλιάδες στρέμματα, έκταση υπερδιπλάσια σε σχέση με την Ανατολική Αττική. Στη Δυτική Αττική ωστόσο οι «οικιστικές πυκνώσεις» αφορούν μόνον το 4,89%, περίπου 6.375 στρέμματα, ενώ οι καμένες και αναδασωτέες εκτάσεις το 25,48%, περίπου 78.450 στρέμματα.
Το μέλλον των «οικιστικών πυκνώσεων» θα κριθεί το επόμενο διάστημα από την Ολομέλεια του ΣτΕ, στο οποίο έχει παραπέμψει το θέμα το Ε΄ Τμήμα του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Στόχος του υπουργείου είναι σε πρώτη φάση να καταγράψει τους διαμορφωμένους οικισμούς και να απαλλάξει τους ιδιοκτήτες ακινήτων από τη διαδικασία υποβολής ενστάσεων.
Το «επόμενο βήμα» όμως προσκρούει στο Σύνταγμα και το υπουργείο Περιβάλλοντος προσπαθεί να «τετραγωνίσει τον κύκλο»: να αποδεχτεί μια διαμορφωμένη κατάσταση που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με μπουλντόζες και να δώσει έμφαση στην αποκατάσταση των επιπτώσεων από την αυθαίρετη δόμηση και πολεοδόμηση.
Το βασικό «εργαλείο» είναι η δημιουργία Τράπεζας Γης που θα δημιουργηθεί με εισφορές σε γη και χρήμα από τους ιδιοκτήτες ακινήτων στις «οικιστικές πυκνώσεις» και θα διατεθούν αποκλειστικά σε προγράμματα αναβάθμισης τα οποία εξασφαλίζουν το περιβαλλοντικό ισοζύγιο σε επίπεδο παλιάς νομαρχίας, ώστε να καλυφθούν οι απαιτήσεις του ΣτΕ.
Εγιναν καπνός 2,5 εκατ. στρέμματα δάσους σε 20 χρόνια
Πάνω από 2,5 εκατ. στρέμματα δάσους χάθηκαν από το 1987 ώς το 2007, ενώ από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 πάνω από 6 εκατ. στρέμματα δασικών εκτάσεων μετατράπηκαν σε γεωργική γη και περιοχές οικιστικής ανάπτυξης, νόμιμης και παράνομης. Το καμπανάκι της οικολογικής καταστροφής προέρχεται από την τεκμηριωμένη καταγραφή που έκανε επιστημονική ομάδα του WWF Ελλάς λίγο μετά το πανελλήνιο σοκ που είχαν προκαλέσει οι πρωτοφανείς σε έκταση και ένταση πυρκαγιές του καλοκαιριού του 2007.
Με εξαίρεση την πρόσφατη προσπάθεια θεσμοθέτησης των δασικών χαρτών, είναι η μόνη ολοκληρωμένη καταγραφή που διαθέτει η χώρα μας για τον οικολογικό της πλούτο. «Οι δασικές αυτές εκτάσεις δύσκολα θα επανέλθουν στην πρότερη κατάσταση, δεδομένων του μεγάλου χρόνου ανάκαμψης, που υπολογίζεται σε τουλάχιστον 20 χρόνια, και της απουσίας σαφούς πολιτικής χρήσης των εκτάσεων αυτών», προειδοποιούσε η έκθεση των 350 σελίδων που ουδόλως ταρακούνησε τις μετέπειτα κυβερνήσεις.
Στην πραγματικότητα οι απώλειες σε δασικά οικοσυστήματα στα μεγάλα αστικά κέντρα είναι ακόμη μεγαλύτερες, καθώς στο ίδιο διάστημα διαπιστώνεται αύξηση της δασοκάλυψης σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, όπως οι ορεινές ζώνες των Γρεβενών, του Κιλκίς, της Λάρισας και της Αιτωλοακαρνανίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις μεγάλο μέρος του πληθυσμού μετακινήθηκε προς τις πόλεις, εγκαταλείποντας τους αγρούς που με την πάροδο του χρόνου δασώθηκαν.
Νόμος «περί βοσκοτόπων»
Οι μεγαλύτερες απώλειες αφορούν εκτάσεις με χαμηλή βλάστηση, οι οποίες θεωρούνται πολύτιμες στην εξασφάλιση της οικολογικής ισορροπίας, παρ’ όλο που οι κινητοποιήσεις των επιστημονικών και συνδικαλιστικών φορέων των δασολόγων είχαν καταφέρει να ακυρωθεί ως αντισυνταγματικός ο περίφημος νόμος του 1988 «περί βοσκοτόπων», με τον οποίο είχε επιχειρηθεί να αποδεσμευτούν από το καθεστώς προστασίας περίπου 40 εκατ. στρέμματα χορτολιβαδικών εκτάσεων. «Η οικολογική τους αξία είναι εφάμιλλη των δασών», επισημαίνεται στην έκθεση του WWF, στην οποία αναφέρεται ότι έχουν δημιουργήσει «φυτοκοινωνίες με ιδιαίτερη χλωρίδα και πανίδα».
Στην ίδια μελέτη αναφέρεται ότι οι μεγαλύτερες απώλειες σε εκτάσεις με δασικό χαρακτήρα εντοπίζονται στην Αττική, τη Χαλκιδική, τα Δωδεκάνησα και την Εύβοια. Στις δύο πρώτες περιπτώσεις ο αφανισμός τους οφείλεται κυρίως σε πυρκαγιές, ενώ στη θέση τους «ξεφύτρωσαν» οικισμοί αυθαιρέτων.
Στην Αττική την περίοδο 1987-2007 αφανίστηκαν από πυρκαγιές 184.187 στρέμματα δάσους, κυρίως πεύκης, τα οποία μετατράπηκαν σε γεωργική γη και κυρίως σε περιοχές κατοικίας, ενώ ένα μέρος των οικιστικών πιέσεων μετατοπίστηκε προς γειτονικές περιοχές, όπως η Κορινθία, η Αργολίδα και η Εύβοια. Τα εντυπωσιακά δάση της Κασσάνδρας και της Σιθωνίας τις τελευταίες δεκαετίες υποχώρησαν σε μεγάλο βαθμό για να καλύψουν ανάγκες παραθεριστικής κατοικίας για κατοίκους του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης.
Συντάκτης:
πηγή:efsyn.gr